
Τρίτη 14 Δεκεμβρίου 2010
Εκδήλωση Συζήτηση:

Κυριακή 24 Οκτωβρίου 2010
Για τις εισδοχές στη Φοιτητική Εστία...
Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2010
Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2010
Η ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΑΣΑΝΣΕΡ Νο 26
Τα διλλήματα είναι πια ξεκάθαρα.
ΝΑ ΜΗ ΣΥΡΟΥΜΕ ΤΑ ΒΑΡΗ ΤΟΥΣ ΠΑΛΕΥΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ ΜΑΣ
Κυριακή 1 Αυγούστου 2010
ΤΙ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΜΠΩ ΣΤΙΣ ΦΟΙΤΗΤΙΚΕΣ ΕΣΤΙΕΣ;
Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2010
ΜΕΤΑΝΑΣΤΗΣ ΔΕ ΓΕΝΝΙΕΣΑΙ, ΓΙΝΕΣΑΙ
- Άμεση νομιμοποίηση όλων των μεταναστών.
- Χορήγηση κοινωνικού και πολιτικού ασύλου στους πρόσφυγες.
- Ελεύθερη Μετακίνηση με όλα τα κοινωνικά, πολιτικά, εργασιακά δικαιώματα
- Κατάργηση του Ευρωπαϊκού συμφώνου για τη μετανάστευση και το άσυλο
- Κατάργηση των στρατοπέδων συγκέντρωσης των μεταναστών.
ΩΣ ΠΟΤΕ ΘΑ ΥΠΟΤΑΣΣΟΥΜΕ ΤΙΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΜΑΣ ΣΤΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΤΟΥΣ
ΚΑΜΙΑ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ ΣΤΟ ΣΥΜΦΩΝΟ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΤΙΛΑΙΚΗ ΛΑΙΛΑΠΑ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ
Τέσσερις μήνες από τις εκλογές, και οι προσδοκίες αυτών που ψήφισαν ΠΑΣΟΚ και πίστεψαν στην αλλαγή που ευαγγελιζόταν, το κατά τα άλλα «σοσιαλιστικό» κόμμα, γκρεμίστηκαν σαν χάρτινος πύργος μπροστά στην αντιλαϊκή πολιτική του. Το ΠΑΣΟΚ ενώ πήρε τη σκυτάλη στην εξουσία σαν επίδοξος διαχειριστής της οικονομικής κρίσης υπέρ των «αδυνάτων», στην ουσία συνέχισε την πολιτική της ΝΔ υπέρ των ισχυρών, προωθώντας αντεργατικά μέτρα και στηρίζοντας το εθνικό και πολυεθνικό κεφάλαιο σε όλες τις εκφάνσεις του. Η αστική τάξη αναγκάστηκε να ανεβάσει το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, αφού η φθαρμένη από τα σκάνδαλα και τις κοινωνικές αντιδράσεις ΝΔ σε συνδυασμό με την συγκυρία της οικονομικής κρίσης, έχοντας απολέσει την απαραίτητη κοινωνική συναίνεση, αδυνατούσε να επιτελέσει τον πολιτικό της ρόλο. Ενώ το ΠΑΣΟΚ με την βοήθεια των αστικών ΜΜΕ, βγαίνοντας από την κολυμβήθρα του Σιλωάμ, πήρε άφεση αμαρτιών για τα 20 χρόνια σκανδάλων, διαπλοκής και αντεργατικών πολιτικών, και προωθεί έναν δήθεν κοινωνικό διάλογο σε όλα τα ζητήματα επιδιώκοντας τη μεγαλύτερη δυνατή κοινωνική συναίνεση στις δήθεν φιλολαϊκές μεταρρυθμίσεις.
Τα ΜΜΕ έχοντας καλλιεργήσει το προηγούμενο διάστημα ένα κλίμα τρομολαγνείας για την οικονομική κρίση, συνεχίζουν το έργο τους έχοντας σαν νέα αιχμή τα ελλείμματα και προπαγανδίζοντας ως αναγκαία τα «κοινωνικά» μέτρα της κυβέρνησης για το καλό της «χώρας». Προβάλλουν ως μονόδρομο εξόδου από την κρίση και το χρέος, την τυφλή υπακοή στις εντολές της ΕΕ, και παράλληλα τη συνέχιση των προϋπολογισμών λιτότητας και την περικοπή των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων, ώστε να συμμορφωθεί η χώρα ως προς το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης. Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να δούμε το ρόλο της ΕΕ στην διαμόρφωση των εθνικών οικονομικών πολιτικών αλλά και τον ίδιο τον τρόπο και λόγο δημιουργίας της και τελικά τελικά ποιους εξυπηρετεί αυτή η ένωση.
Η ΕΕ είναι μια καθαρά οικονομική ένωση, καθώς όλο το εποικοδόμημα της στηρίζεται πάνω στο τρίπτυχο της ελεύθερης διακίνησης των εμπορευμάτων, του κεφαλαίου και του εργατικού δυναμικού. Στη συνθήκη του Μάαστριχ, η οποία ψηφίστηκε το 1992 από ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝ, φαίνεται ξεκάθαρα η οικονομική της φύση, η οποία εκφράζει και υπερασπίζεται ως συνολικός κεφαλαιοκράτης τα συμφέροντα των εθνικών αστικών τάξεων, έχοντας ως στόχο την ανάπτυξη και διαφύλαξη του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής σε βάρος των εργαζομένων με κάθε τρόπο. Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε στο μυαλό μας, όσον αφορά τη σχέση του κάθε κράτους μέλους και τα όργανα της ΕΕ, ότι υπάρχουν δυο βασικά σημεία που σκόπιμα υποβαθμίζονται στα μάτια του κόσμου. Οι κυβερνήσεις των χωρών-μελών χρησιμοποιούν σαν κάλυμμα τον «μπαμπούλα» της ΕΕ για τις αντιλαϊκές πολιτικές τους, ενώ στην πραγματικότητα αποτελούν επιλογές που θα ακολουθούσαν έτσι και αλλιώς. Είναι οι ίδιοι οι ευρωβουλευτές των κομμάτων εξουσίας, που συμμετέχοντας στα όργανα της ΕΕ, συνδιαμορφώνουν και ψηφίζουν την κάθε συνθήκη και τις κοινοτικές οδηγίες, όπως είναι αυτές των ΚΕΣ, η οδηγία Μπολκεστάιν και το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης.
Αυτοί λοιπόν που μιλούν για το έλλειμμα της Ελλάδας, το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης και τον μονόδρομο της ΕΕ ξεχνούν να μας πουν ποιος δημιούργησε αυτό το έλλειμμα, για το οποίο εν τέλει μόνο οι εργαζόμενοι δεν φέρουν ευθύνη. Δε φέρουν ευθύνη σίγουρα για την κατασπατάληση της περιούσιας των ασφαλιστικών ταμείων τα τελευταία 30 χρόνια μέσα από τα δομημένα ομόλογα. Δε φέρουν ευθύνη για τον υπέρογκο δανεισμό της χώρας, τα χρήματα απ’ τον οποίον δεν καταλήγουν σε κοινωνικές παροχές (υγεία, παιδεία, ασφάλιση κτλ), αλλά σε πολεμικούς εξοπλισμούς και σε στρατούς κατοχής σε Βαλκάνια, Ιράκ και Αφγανιστάν, σε εξοπλισμούς μέσω εταιρειών π.χ.SIEMENS που καταλήγουν στις τσέπες βουλευτών, σε κονδύλια που δίνονται στους επιχειρηματίες για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας τους. Δε φέρουν ευθύνη για τα τεράστια χρέη των εταιρειών απέναντι στο δημόσιο, για τις ασφαλιστικές εισφορές που δεν καταβάλλουν ποτέ οι μεγάλες εταιρείες, αφού μετά από λίγα χρόνια οι οφειλές διαγράφονται με διάφορα νομοσχέδια, ούτε και για τα 28 δις που χαρίστηκαν στις τράπεζες για το δήθεν ξεπέρασμα της κρίσης - το έλλειμμα σε πραγματικά νούμερα είναι 25 δις και θα μπορούσε άνετα να καλυφθεί με αυτά τα χρήματα!
Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι αυτό το χρέος είναι ένας ακόμη μοχλός πίεσης προκειμένου οι κυβερνήσεις να περάσουν τα αντεργατικά τους σχέδια, φορτώνοντας το πρόβλημα που οι ίδιες δημιούργησαν στις πλάτες των εργαζομένων. Είναι το άλλοθι για να επιβληθούν ακόμα περισσότεροι φόροι που έχουν σαν στόχο τα μικρομεσαία εισοδήματα και αφήνουν ανέπαφο το μεγάλο κεφάλαιο. Προτείνουν την αύξηση του ΦΠΑ, ο οποίος ουσιαστικά είναι ένας κεφαλικός και όχι εισοδηματικός φόρος, ενώ ταυτόχρονα θέλουν να μειώσουν τον συντελεστή φορολόγησης των επιχειρήσεων, κάτω από τον ήδη εξευτελιστικό 25%. Επίσης, ξεπουλούν το δημόσιο πλούτο σε ιδιώτες παραδίδοντας νευραλγικούς τομείς όπως η υγεία, η παιδεία και η ασφάλιση στις ανάγκες της αγοράς και της ανταγωνιστικότητας και ιδιωτικοποιώντας πολλές ΔΕΚΟ (ΔΕΗ, ΟΤΕ, Ολυμπιακή, ΕΥΔΑΠ κ.ά.) με δυσμενείς συνέπειες για τους εργαζομένους και την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών. Στην ουσία καταργείται το κοινωνικό κράτος και οι ανάγκες μας μετατρέπονται σε εμπόρευμα για λίγους. Ένα πιο κοντινό παράδειγμα σε μας είναι η υποβάθμιση, υποχρηματοδότηση της φοιτητικής μέριμνας και η ιδιωτικοποίηση όλο και μεγαλύτερων κομματιών της εστίας (ιδιωτικά συνεργεία «σύγχρονου δουλεμπορίου» σε εστιατόριο, καθαριότητα, συντήρηση και φύλαξη). Μια πολιτική που αλλοιώνει το χαρακτήρα της δημόσιας και δωρεάν παιδείας-σίτισης-στέγασης ως κοινωνικής ανάγκης και δικαιώματος, και υποβαθμίζει την καθημερινότητα τόσο τη δική μας όσο και των εργαζομένων.
Η καθημερινότητα των σημερινών εργαζομένων είναι πολύ πιο βάναυση απ’ αυτή των γονιών μας, ξένη προς τα όνειρα που κάναμε όταν μπήκαμε στις σχολές και προς τις αυταπάτες που είχαμε ότι το πτυχίο θα μας εξασφάλιζε ένα σίγουρο εργασιακό μέλλον και μία ποιότητα ζωής. Όσο εξελίσσεται ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής αναγκαστικά βαθαίνουν οι κοινωνικοοικονομικές αντιθέσεις του συστήματος, αποκορύφωμα των οποίων είναι η οικονομική κρίση, ενώ οξύνεται και η ταξική πάλη. Ως εκ τούτου το κεφάλαιο για να μπορέσει να συνεχίσει να αυξάνει την κερδοφορία του, μετασχηματίζει τις εργασιακές σχέσεις προς το χειρότερο, περικόπτοντας όσα περισσότερα κεκτημένα μπορεί χρησιμοποιώντας είτε θεσμικούς (κράτος, ΕΕ) είτε ιδεολογικούς (ΜΜΕ, εκπαιδευτικό σύστημα) είτε κατασταλτικούς μηχανισμούς (ΜΑΤ, αστυνόμος-χαφιές της γειτονιάς). Το σύγχρονο εργασιακό σκηνικό, όπως διαμορφώνεται, περιλαμβάνει διόγκωση της ανεργίας (με 770.000 επίσημα καταγεγραμμένους ανέργους στον ΟΑΕΔ), την κατάργηση της μονιμότητας, την ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας και γενικότερα ένα καθεστώς ανασφάλειας που οδηγεί στην τρομοκράτηση και πειθάρχηση των εργαζομένων. Καλούμαστε να δουλέψουμε ανασφάλιστοι, με εξευτελιστικούς μισθούς, χωρίς συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ως συμβασιούχοι (ορισμένου ή αορίστου χρόνου), ωρομίσθιοι, υπό καθεστώς εργολαβίας, σε προγράμματα stage, αναγκασμένοι έτσι να μην μπορούμε να διεκδικούμε συλλογικά τα δικαιώματά μας καθώς πρυτανεύει η ανταγωνιστικότητα και η διάσπαση μεταξύ των εργαζομένων. Η κατάσταση αυτή επιτείνεται με τις νέες αντι-ασφαλιστικές μεταρρυθμίσεις που προβλέπουν αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, μείωση των ιατροφαρμακευτικών παροχών και μείωση της χρηματοδότησης των ταμείων από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Βέβαια, το εκπαιδευτικό σύστημα δεν είναι ανεξάρτητο από όλα αυτά και ετεροκαθορίζεται με βάση τις ανάγκες του κεφαλαίου: διαμορφώνει ένα τύπο εργαζομένου ο οποίος αποκτά ένα υποβαθμισμένο πτυχίο που δεν κατοχυρώνει τα εργασιακά του δικαιώματα, αλλά τον καθιστά πιο εύκολα εκμεταλλεύσιμο από τον εργοδότη του. Παράλληλα, θα χρειαστεί να επανακαταρτιστεί αρκετές φορές στη ζωή του και να αλλάξει εργασιακό τομέα (ΙΔΒΕ, ν/σ δια βίου μάθησης), θα διαπραγματεύεται ατομικά με τον εργοδότη του βάσει του μεγέθους του ατομικού φακέλου προσόντων του (νόμος πλαίσιο, ν/σ αξιολόγησης) που σύμφωνα με τα προσχέδια της κυβέρνησης για την αναδιάρθρωση της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης θα τον ακολουθεί από την πρώτη δημοτικού.
Η επίθεση που δέχονται τα εργασιακά μας δικαιώματα και η καταστρατήγηση βασικών κεκτημένων του μαζικού εργατικού κινήματος, όπως αυτό της σταθερής, μόνιμης εργασίας και του οκταώρου, που κατακτήθηκαν μέσα από συλλογικούς και βαμμένους κόκκινους αγώνες, δεν αφήνει κανένα περιθώριο αδράνειας και υποταγής. Οφείλουμε λοιπόν να πιάσουμε το νήμα της ιστορίας και να παλέψουμε για τις ανάγκες και τα δικαιώματα μας στο σήμερα, συνειδητοποιώντας τη δύναμη του καθενός μας και την ισχύ των συλλογικών μας διεκδικήσεων. Τα αδιέξοδα του καπιταλιστικού συστήματος μας αφορούν άμεσα τόσο ως φοιτητές όσο και ως εργαζομένους μελλοντικούς και μη. Δυστυχώς, η πραγματικότητα είναι ότι ο επίσημος συνδικαλισμός χωλαίνει και στηρίζει αυτό το εκμεταλλευτικό σύστημα, αφενός γιατί οι μεγαλοσυνδικαλιστές της ξεπουλημένης ΓΣΕΕ –η οποία μάλιστα ούτε καν καλεί στην απεργιακή κινητοποίηση της Τετάρτης- και της ΑΔΕΔΥ επιλέγουν συνειδητά να ακολουθούν τις κυβερνητικές πολιτικές και να μην προωθούν τα πραγματικά αιτήματα των εργαζομένων και αφετέρου γιατί η πλειονότητα της εργατικής τάξης είτε αποκλείεται θεσμικά από τα σωματεία (συμβασιούχοι, επενοικιαζόμενοι, μετανάστες), είτε ασφυκτιά λόγω της εργασιακής ανασφάλειας και της εργοδοτικής τρομοκρατίας. Οφείλουμε, λοιπόν, να απεγκλωβιστούμε από λογικές εκπροσώπησης και να παρεμβαίνουμε σε κάθε χώρο εργασίας, να συγκροτούμε πρωτοβάθμια σωματεία που δεν θα αποκλείουν κανέναν εργαζόμενο και μέσα από γενικές συνελεύσεις, να διεκδικήσουμε ένα αγωνιστικό πολιτικό πλαίσιο και να εκφράσουμε τις πραγματικές ανάγκες μας. Οφείλουμε να αγωνιστούμε για το αυτονόητο.
Συμμετέχουμε όλοι στην πανεργατική πορεία που καλούν τα πρωτοβάθμια σωματεία ενάντια στο πρόγραμμα σταθερότητας και τα αντεργατικά μέτρα της κυβέρνησης, την Τετάρτη 10 Φλεβάρη στις 11:00 στα Προπύλαια.
(προσυγκέντρωση στις 10:00 στο σαλόνι του Α’ κτιρίου της ΦΕΠΑ)
ΤΕΡΜΑ ΠΙΑ ΣΤΙΣ ΑΥΤΑΠΑΤΕΣ ‘Η ΜΕ ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ‘Η ΜΕ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΤΕΣ
Απάντηση στη ΠΟΣΕΙΝ (συνδικαλιστικο οργανο των εργαζομενων στο ΕΙΝ)
Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται μια διαλυτική κατάσταση στη λειτουργία του ΕΙΝ και κατ’ επέκταση στις μονάδες των εστιών, ύστερα από την παραίτηση τόσο του ΔΣ του ΕΙΝ όσο και του διευθύνοντα συμβούλου του, ο οποίος παρόλα αυτά παραμένει στη θέση του. Αυτό, βέβαια, αποτελεί μόνο ένα γραφειοκρατικό κόλλημα βιτρίνας και όχι τη ρίζα του προβλήματος, η οποία είναι η πολιτική βούληση του ΠΑΣΟΚ να ενσωματώσει το ΕΙΝ και άλλους φορείς στο Υπουργείο Παιδείας. Μια πολιτική που ταυτίζεται πλήρως με αυτή του προκατόχου της και τις επιταγές της ΕΕ, υποβαθμίζει καθημερινά τη φοιτητική μέριμνα σε όλες τις εκφάνσεις της (σίτιση, στέγαση, συγγράμματα, μεταφορές κτλ), ιδιωτικοποιεί όλο και περισσότερα κομμάτια των εστιών με τους χειρότερους όρους εργασίας και μαζί με το πανεπιστήμιο υλοποιεί όλα τα αντιεκπαιδευτικά νομοσχέδια της κυβέρνησης.
Τα τελευταία χρόνια το προσωπικό του ΕΙΝ συρρικνώνεται με γεωμετρική πρόοδο με αποτέλεσμα να υπολειτουργεί σε όλους τους τομείς (εκτός από το διοικητικό), και να μην καλύπτει σε καμία περίπτωση τις λειτουργικές ανάγκες των εστιών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το εστιατόριο της ΦΕΠΑ όπου οι εργαζόμενοι, αυτή την στιγμή 12 αντί για 25 που χρειάζονται σύμφωνα με επίσημη έκθεση του ΕΙΝ και του ΕΚΠΑ το 2004, επιφορτώνονται με μεγαλύτερο όγκο εργασίας και εξαναγκάζονται σε υποχωρήσεις των εργασιακών τους δικαιωμάτων.
Η απάντηση του ΕΙΝ στο διαρκές αίτημά μας για δημόσιο , μόνιμο και επαρκές προσωπικό, είναι να προκηρύσσει οχτάμηνες συμβάσεις εργασίας που ασφαλώς δεν καλύπτουν τα κενά της υποστελέχωσης. Αυτή του η επιλογή υπαγορεύεται από τις επιταγές των τελευταίων κυβερνήσεων οι οποίες στοχευμένα ελαστικοποιούν τις εργασιακές σχέσεις, και πολύ περισσότερο τώρα με την δικαιολογία της οικονομικής κρίσης, καταστρατηγούν κάθε εργασιακό κεκτημένο. Με λίγα λόγια αυτό σημαίνει κατάργηση μονιμότητας, κατάργηση οχταώρου, εργασιακή επισφάλεια, μαύρη και ανασφάλιστη εργασία για τους εργαζόμενους και υποβάθμιση των παροχών για εμάς. Τα κενά των συμβάσεων του δημοσίου, που πάντα προκύπτουν, καλύπτονται με ιδιωτικές συμβάσεις, που έχουν σαν κανόνα τη μίζα και τη κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος και στοχεύουν να επιβάλλουν ακόμα χειρότερους εργασιακούς όρους, μετατρέποντας την εργασία σε μεροκάματο και ενισχύοντας την εκμετάλλευση των εργαζομένων από το κεφάλαιο.
Και είναι ακριβώς αυτά που έχουν οδηγήσει αυτή τη στιγμή στη ΦΕΠΑ να υπάρχει μόνο ένας μόνιμος ηλεκτρολόγος ο οποίος από τις 28/1 θα έχει την αποκλειστική ευθύνη της συντήρησης των τεσσάρων κτιρίων. Σίγουρα η συντήρηση της εστίας δεν είναι μόνο θέμα του αριθμού των συντηρητών αλλά και θέμα βούλησης να συντηρηθούν οι εστίες. Φωτεινό παράδειγμα η κατάσταση που επικρατεί στην ΦΕΕΜΠ, η μη ανακατασκευή του εστιατορίου αλλά και των κοινόχρηστων χώρων της, όπως είναι οι τουαλέτες και το θεατράκι. Ακόμα πιο ουσιώδης είναι η εγκληματική έλλειψη ηλεκτρολόγων σε 24ωρη βάρδια σε κτίρια που διαμένουν εκατοντάδες φοιτητές και έχουν ρεύμα υψηλής τάσης. Δεν είναι λίγες οι φορές που ολόκληροι όροφοι έμειναν χωρίς ρεύμα στη ΦΕΕΜΠ όλη τη νύχτα, εν μέσω εξεταστικής και σε θερμοκρασίες υπό του μηδενός λόγω της έλλειψης ηλεκτρολόγου νυχτερινής βάρδιας και της αδιαφορίας της διοίκησης. Όμως, και στη ΦΕΠΑ, η δική μας καθημερινότητα είναι οι ασυντήρητοι καυστήρες που φτάνουν ένα βήμα πριν την έκρηξη, τα φίλτρα των κλιματιστικών που αλλάζουν κάθε 5 χρόνια με κίνδυνο της υγείας μας, οι οροφές που καταρρέουν, τα ανύπαρκτα συνεργεία συντήρησης και ο ένας μόνο ηλεκτρολόγος.
Απέναντι σε αυτήν την προσπάθεια υποβάθμισης του χώρου μας οι σύλλογοί μας δημιουργούν κοιτίδες αντίστασης υπερασπιζόμενοι τα κεκτημένα τους. Ανάμεσα μας κυκλοφορούν και οι σύγχρονοι Δον Κιχώτες, οι οποίοι προσπαθούν να ομορφύνουν την καθημερινότητα μας. Ο λόγος για τις πολιτιστικές ομάδες που δημιουργήθηκαν από το μεράκι των φοιτητών και δραστηριοποιούνται στον χώρο των εστιών χωρίς καμία στήριξη από το ΕΙΝ ή τα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Μέχρι και το 2005 το ΕΙΝ χρηματοδοτούσε τις πολιτιστικές ομάδες των εστιών με ευτελή ποσά (2.000€ ανά εστία) και κρατούσε ένα πολύ μεγάλο ποσό για την διοργάνωση Φεστιβάλ Εστιών (πάνω από 80.000€) που στην πραγματικότητα δεν είχαν κανένα άνοιγμα στην κοινωνία από την οποία ήταν αποκομμένα. Ακόμα και σε εκείνες τις συνθήκες, όμως, και ειδικότερα στα πλαίσια του φεστιβάλ, οι πολιτιστικές ομάδες διαφόρων εστιών μπόρεσαν να συναντηθούν, να βάλουν ζητήματα για την λειτουργία των εστιών και να τα ανοίξουν σε πολλές εστίες ταυτόχρονα δυναμώνοντας έτσι τη φωνή τους. Αυτός θεωρούμε ότι ήταν και ο κύριος λόγος για τον οποίον το ΕΙΝ σταμάτησε τα φεστιβάλ και την χρηματοδότηση των ομάδων που βάζουν εμπόδια στην απομόνωση των οικοτρόφων, βοηθούν στην κοινωνικοποίηση τους και δυναμώνουν τις φωνές και τους συλλογικούς τους αγώνες. Το ΕΙΝ εντείνοντας την προσπάθεια εισαγωγής ανταποδοτικών κριτηρίων στην λειτουργία των εστιών θέτει εκβιαστικά το δίλλημα στους οικοτρόφους. Ή θα πληρώνουν ενοίκιο για να χρηματοδοτούν τις πολιτιστικές ομάδες ή αυτές θα έχουν μηδενικό προυπολογισμό.
Παρόλες τις αντιξοότητες και την αρνητική έως και απαξιωτική στάση του ΕΙΝ, οι πολιτιστικές ομάδες της ΦΕΠΑ όχι μόνο δεν ανέκοψαν την λειτουργία τους, αλλά αντίθετα καταφέρνουν χρόνο με τον χρόνο να εγκολπώνουν όλο και περισσότερα μέλη. Κατάφεραν να γιγαντώσουν την δυναμική τους στην εστία και στη συνείδηση των οικοτρόφων, διοργανώνοντας 4 πολιτιστικά φεστιβάλ, τα οποία και υποστήριξαν με τη συμμετοχή τους γνωστοί καλλιτέχνες και διάφορες πολιτιστικές ομάδες. Κατάφεραν, επίσης, να ενδυναμώσουν την εξωστρεφή τους παρουσία μέσω της συνεργασίας τους με φορείς κοινωνικής αλληλεγγύης (18άνω, ΚΕΘΕΑ, Αιμοπετάλιο) και να λάβουν μέρος σε άλλες πολιτιστικές εκδηλώσεις (χριστουγεννιάτικη παράσταση σε Ελευσίνα, συμμετοχή σε Πανελλήνιο Φεστιβάλ Ερασιτεχνικών Θεατρικών Ομάδων στην Πάτρα, κ.ά.) Όλα αυτά δημιούργησαν εκείνη την κοινωνικοπολιτική πίεση στο ΕΙΝ που το οδήγησε μια βδομάδα πριν τις εκλογές να πάρει την απόφαση να χρηματοδοτηθούν και πάλι οι πολιτιστικές ομάδες όλων των εστιών. Μια απόφαση η οποία πάγωσε (αναιρέθηκε επι της ουσίας) αμέσως μετά το πέρας των εκλογών με το πρόσχημα της έλλειψης χρημάτων και του κακού προυπολογισμού που είχε γίνει. Όλα αυτά αποτελούν έναν ακόμα εμπαιγμό από την διοίκηση και τον Διευθύνοντα Σύμβουλο προς το σύνολο των οικοτρόφων.
Το μεγάλο ερώτημα απέναντι σε όλα αυτά είναι το τι κάνουν οι εργαζόμενοι, και πιο συγκεκριμένα το τι κάνει η ΠΟΣΕΙΝ.
Το φάντασμα της ΠΟΣΕΙΝ λοιπόν, το οποίο εμφανίζεται μόνο προεκλογικά ή όταν γίνονται δυσμενείς μεταθέσεις σε συγκεκριμένους εργαζομένους, δεν λαμβάνει καμία ουσιαστική θέση απέναντι σε όλα αυτά. Απέχει από όλες τις μεγάλες κινητοποιήσεις του εργατικού κινήματος, ενώ προβάλει μόνο πλατωνική αντίσταση απέναντι στην ιδιωτικοποίηση του ΕΙΝ και την διαρκή υποστελέχωσή του. Η ΠΟΣΕΙΝ, όντας δευτεροβάθμιο σωματείο, υποτίθεται ότι συντονίζει τη δράση των πρωτοβάθμιων σωματείων, τα οποία όμως δεν υπάρχουν. Έτσι, αντί να είναι ένα πόλος των υπαλλήλων και των εργαζομένων του ΕΙΝ που θα προστατεύει τα δικαιώματα τους, έχει καταντήσει να είναι ένα γραφειοκρατικό όργανο συνδιοίκησης και προσωπικών πολιτικών πιέσεων με καθαρά εκλογοκεντρικό ρόλο.
Ακόμα και η προσπάθειες που έγιναν για να «χτυπήσει» τον πιο αντιδραστικό Διευθύνοντα σύμβουλο των τελευταίων δεκαετιών, έγιναν για την δημιουργία πολιτικής πίεσης ώστε να αποτραπούν οι μεταθέσεις συγκεκριμένων υπαλλήλων, ενώ τώρα έρχεται να αναδείξει ως φλέγων θέμα τη χρηματοδότηση των πολιτιστικών ομάδων παραβλέποντας όλα τα άλλα ζητήματα σαν να μην υπήρξαν ποτέ. Διαμηνύει ότι ήταν πάντα στο πλευρό των φοιτητών και ότι πάλευε μαζί τους, αλλά η πραγματικότητα τους διαψεύδει, αφού δεν πήραν ουσιαστική θέση όταν οι δυνάμεις καταστολής κτυπούσαν απρόκλητα και αναίτια φοιτητές της ΦΕΙ και άλλων εστιών της Αθήνας (ΦΕΠΑ, ΦΕΕΜΠ, ΝΕΕΜΠ) έξω από τα γραφεία του ΕΙΝ, οι οποίοι πήγαν εκεί για να πραγματοποιήσουν προγραμματισμένη συνάντηση με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο.
Είναι επιτακτική ανάγκη η δημιουργία εκείνου του φοιτητικού-εργατικού μετώπου που θα μπορέσει από την μία να προασπίσει τον χαρακτήρα της φοιτητικής μέριμνας, χωρίς υποχωρήσεις, να εμποδίσει την ιδιωτικοποίησή της, να επανακατακτήσει δικαιώματα που έχουν αφαιρεθεί και να εμποδίσει την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και από την άλλη θα βγεί επιθετικά απέναντι στις πολιτικές του αστικού συστήματος ώστε να διασφαλίσει την λειτουργία ενός ενιαίου δημόσιου φορέα που θα χρηματοδοτείται από αυτόνομο κονδύλι του προϋπολογισμού και θα ελέγχεται από το φοιτητικό κίνημα και τα εργατικά σωματεία. Σίγουρα αυτός ο φορέας δεν μπορεί να είναι το αρρωστημένο και διεφθαρμένο ΕΙΝ ούτε κάποιο άλλο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου.
Για να επιτευχθεί αυτό απαιτείται η ύπαρξη ενός μαζικού φοιτητικού κινήματος που θα βάζει ξεκάθαρα τα θέματα της φοιτητικής μέριμνας με σαφείς αναφορές στα εργασιακά, και πολύ περισσότερο η δημιουργία πρωτοβάθμιων σωματείων σε κάθε εστία, τα οποία θα βάζουν από κοινού με τους φοιτητές τα ζητήματα αυτά και η ΠΟΣΕΙΝ αποκτώντας ρόλο πραγματικού εργατικού σωματείου θα τα συντονίζει και δεν θα επισκιάζει τη δράση τους. Η ύπαρξη πρωτοβάθμιων σωματίων είναι επιτακτική ανάγκη στον χώρο των εστιών, γιατί οι περισσότεροι εργαζόμενοι είναι είτε συμβασιούχοι είτε επινοικιαζόμενοι και άρα θεσμικά δεν μπορούν να εκφραστούν μέσα από την ΠΟΣΕΙΝ και έτσι καταλήγουν να υφίστανται οποιαδήποτε περιστολή των εργασιακών τους δικαιωμάτων και εργασιακής τους προοπτικής χωρίς να μπορούν να αντιδράσουν οργανωμένα και να καλυφθούν νομικά.